Verba volant, scripta manent… ή μήπως όχι; Τα γραπτά σίγουρα μένουν, μα τα λόγια πετούν ή μήπως τελικά ριζώνουν; Μάλλον το δεύτερο. Ριζώνουν, πληγώνουν, στοιχειώνουν και σίγουρα δεν πετούν, ούτε και ξεχνιούνται εύκολα.
Όλα τα λόγια δεν έχουν βέβαια τον ίδιο αντίκτυπο πάνω μας. Κάποια χαράζονται και παραμένουν πάνω μας, σαν τατουάζ των όσων λένε οι άνθρωποί μας για εμάς, και άλλα σβήνουν γρήγορα, όπως οι λέξεις στην άμμο μιας και δεν έχουν καμία αξία όταν ακούγονται από στόματα ξένα. Οπότε μάλλον υπάρχει μια κατηγορία από λόγια που πετούν, και μάλιστα γρήγορα: είναι τα λόγια αυτών που η γνώμη τους έχει πάψει να μας ενδιαφέρει πλέον, ή δε μας ενδιέφερε ποτέ. Αυτά τα λόγια δεν έχουν υπόσταση, δεν έχουν σώμα και φωνή, γι’ αυτό σβήνουν γρήγορα. Όμως τι γίνεται όταν τα στόματα που προφέρουν τα όποια λόγια είναι κάτι παραπάνω από οικεία, όταν είναι λόγια ειπωμένα από ανθρώπους δικούς μας;
Τότε λοιπόν, είτε πρόκειται για λόγια ευχάριστα για εμάς είτε όχι, κολλάνε στο μυαλό μας. Κάποιες φορές μάλιστα βρίσκονται εγκλωβισμένα ανάμεσα σε συνειδητό και υποσυνείδητο για να μας αναγκάζουν να ακούμε κάθε λέξη που ειπώθηκε από τη φωνή του συνομιλητή μας, μία προς μία, ξανά και ξανά.
Όταν οι κουβέντες αυτές είναι ευχάριστες, τότε είμαστε και εμείς χαρούμενοι που τις ακούσαμε. Δεν τις αφήνουμε να πετάξουν, τις κρατάμε καλά φυλαγμένες μέσα μας, σαν μια προσευχή, ένα ενθύμιο ή ένα φυλακτό από κάποιον που θέλουμε να κρατήσουμε στο νου μας για πάντα. Έτσι, οι όμορφες συμβουλές από όσους σε νοιάζονται, τα συγχαρητήρια από στόματα που χαίρονται με τη χαρά σου και όσες κουβέντες σου έδειξαν όσα ξεχωριστά συναισθήματα νοιώθει ο συνομιλητής σου είναι λόγια που δε θα τα αφήσεις πότε να πετάξουν.

Όμως δεν είναι τα όμορφα λόγια τα μόνα που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη μας. Υπάρχουν και τα λόγια που πληγώνουν, πληγώνουν την πρώτη φορά που ξεστομίζονται και κάθε επόμενη φορά που αντηχεί στα αυτιά μας η φωνή που τα ξεστόμισε. Λόγια πικρά, λόγια που κόκκαλα δεν έχουν και κόκκαλα τσακίζουν. Βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε πως κάποια από αυτά δεν αντιπροσωπεύουν τις απόψεις του συνομιλητή μας, αλλά ίσως να ακούστηκαν από θυμό και οργή ή από φόβο και για λόγους άμυνας. Ακόμη και έτσι όμως κάποιες κουβέντες δε θα πετάξουν τόσο εύκολα από το μυαλό μας, ίσως μάλιστα να μην σβηστούν ποτέ από εκεί γιατί μας δημιούργησαν έντονα συναισθήματα, ακόμη και αν αυτά ήταν άσχημα.
Από την άλλη, τα λόγια που εμείς ξεστομίσαμε, πώς είμαστε σίγουροι πως ακόμη δε στοιχειώνουν όσους τα άκουσαν ή δεν υπάρχουν ως ρωγμές σε ραγισμένες διαπροσωπικές σχέσεις; Οφείλουμε να παραδεχτούμε πως δεν είναι και λίγες οι φορές που ανταλλάξαμε βαριές κουβέντες με το συνομιλητή μας. Μερικές μάλιστα φορές θα ευχόμασταν να μην είχαμε πει τίποτε από όσα είπαμε, ενώ κάποιες άλλες φορές μέσα σε καυγάδες ή λόγω ανεπαρκούς συναίσθησης και έλλειψης τακτ είπαμε λόγια με τα οποία δεν καταλάβαμε καν πόσο πολύ στεναχωρήσαμε τον απέναντί μας. Ένα είναι σίγουρο. Με τον τρόπο που λόγια από στόματα γνώριμα βγάζουν ρίζες στα σωθικά μας και φυτρώνουν άλλες φορές με άνθη και άλλες με αγκάθια μέσα μας, με τον ίδιο τρόπο λόγια δικά μας δεν πέταξαν πότε, αλλά χαράχτηκαν βαθιά στο πρόσωπο για το οποίο προορίζονταν.
Ας γίνει στόχος μας να δημιουργήσουμε άνθη με τα λόγια μας στις ψυχές των άλλων και όχι αγκάθια που χαλούν σχέσεις και αισθήματα στο πέρασμά τους. Ας εστιάσουμε σε ευχές, επαίνους, συγχαρητήρια, συνειδητοποιημένες συμβουλές και όμορφα αισθήματα όταν μιλάμε. Και τέλος, ας βουτήξουμε και λιγάκι τη γλώσσα στο μυαλό την επόμενη φορά που θα μιλήσουμε γιατί δεν είναι ώριμο να πληγώνεις κάποιον ακόμη και άθελά σου.


Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ